συγκοπή: Difference between revisions

6
(39)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ [[συγκόπτω]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] του [[συγκόπτω]], [[κοπή]] σε μικρά τεμάχια, [[κομμάτιασμα]]<br /><b>2.</b> <b>ιατρ.</b> παροδική [[απώλεια]] συνειδήσεως που οφείλεται σε [[ελάττωση]] της παροχής αίματος στον εγκέφαλο, λόγω παύσεως της καρδιακής λειτουργίας ή [[μεγάλης]] βραδυκαρδίας, [[κατάσταση]] της οποίας η πιο απλή [[μορφή]] [[είναι]] η [[λιποθυμία]]<br /><b>3.</b> <b>γραμμ.</b> [[φαινόμενο]] [[κατά]] το οποίο αποβάλλεται ένα [[φωνήεν]] που βρίσκεται [[μεταξύ]] δύο συμφώνων, όπως λ.χ. [[περιπατώ]] / [[περπατώ]], <i>αμφιφορευς</i> / <i>αμφορευς</i>, [[σιτάρι]] / [[στάρι]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μουσ.</b> [[φαινόμενο]] [[κατά]] το οποίο μετατίθεται ο [[ρυθμικός]] [[τονισμός]] από τα ισχυρά μέρη του μέτρου στα ασθενή και [[επομένως]] αποδυναμώνεται ο [[εμφατικός]] [[χαρακτήρας]] τών ισχυρών αυτών [[μερών]]<br /><b>μσν.</b><br />[[σφαγή]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κοπή]] μετάλλου σε [[πολλά]] και ομοιόμορφα τεμάχια για [[εκτύπωση]] νομισμάτων<br /><b>2.</b> [[διακοπή]], [[παύση]] ή προσωρινό [[σταμάτημα]], [[αναστολή]]<br /><b>3.</b> <b>γραμμ.</b> [[αποβολή]] γράμματος ή συμπλέγματος γραμμάτων [[ιδίως]] από το [[τέλος]] λέξεως [[χάριν]] συντομίας<br /><b>4.</b> <b>μτφ.</b> υπερβολική [[περιεκτικότητα]], [[λακωνικότητα]].
|mltxt=η, ΝΜΑ [[συγκόπτω]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] του [[συγκόπτω]], [[κοπή]] σε μικρά τεμάχια, [[κομμάτιασμα]]<br /><b>2.</b> <b>ιατρ.</b> παροδική [[απώλεια]] συνειδήσεως που οφείλεται σε [[ελάττωση]] της παροχής αίματος στον εγκέφαλο, λόγω παύσεως της καρδιακής λειτουργίας ή [[μεγάλης]] βραδυκαρδίας, [[κατάσταση]] της οποίας η πιο απλή [[μορφή]] [[είναι]] η [[λιποθυμία]]<br /><b>3.</b> <b>γραμμ.</b> [[φαινόμενο]] [[κατά]] το οποίο αποβάλλεται ένα [[φωνήεν]] που βρίσκεται [[μεταξύ]] δύο συμφώνων, όπως λ.χ. [[περιπατώ]] / [[περπατώ]], <i>αμφιφορευς</i> / <i>αμφορευς</i>, [[σιτάρι]] / [[στάρι]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μουσ.</b> [[φαινόμενο]] [[κατά]] το οποίο μετατίθεται ο [[ρυθμικός]] [[τονισμός]] από τα ισχυρά μέρη του μέτρου στα ασθενή και [[επομένως]] αποδυναμώνεται ο [[εμφατικός]] [[χαρακτήρας]] τών ισχυρών αυτών [[μερών]]<br /><b>μσν.</b><br />[[σφαγή]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κοπή]] μετάλλου σε [[πολλά]] και ομοιόμορφα τεμάχια για [[εκτύπωση]] νομισμάτων<br /><b>2.</b> [[διακοπή]], [[παύση]] ή προσωρινό [[σταμάτημα]], [[αναστολή]]<br /><b>3.</b> <b>γραμμ.</b> [[αποβολή]] γράμματος ή συμπλέγματος γραμμάτων [[ιδίως]] από το [[τέλος]] λέξεως [[χάριν]] συντομίας<br /><b>4.</b> <b>μτφ.</b> υπερβολική [[περιεκτικότητα]], [[λακωνικότητα]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''συγκοπή:''' ἡ, [[κόψιμο]] σε μικρά κομμάτια· στη Γραμμ., το «[[φαινόμενο]]» της συγκοπής, δηλ. η [[σύντμηση]] μιας λέξης με την [[αποβολή]] ενός ή περισσοτέρων φθόγγων στο εσωτερικό της, σε Πλούτ.
}}
}}