τρικυμία: Difference between revisions

6
(42)
(6)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ, και τρικυμιά Ν<br />[[μεγάλη]] [[θαλασσοταραχή]], [[φουρτούνα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μτφ.</b><br /><b>1.</b> πνευματική, ψυχική [[ταραχή]] («σ' [[εκείνη]] την τρικυμιά, που μ' άνοιξε το [[μνήμα]]», <b>Σολωμ.</b>)<br /><b>2.</b> [[δυσμενής]] [[περίσταση]], [[ταλαιπωρία]] («πέρασε πολλές τρικυμίες στα [[γεροντάματα]]»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> πολύ μεγάλο [[κύμα]] ή το τρίτο [[κύμα]], που [[είναι]] [[συνήθως]] μεγαλύτερο και πιο επικίνδυνο από τα δύο προηγούμενα («ἑτέραν περιμεῑναι χἀτέρον τρικυμίαν», Μέν.)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[τρικυμία]] κακῶν» — η [[δίνη]] που επιφέρουν οι συμφορές (<b>Αισχύλ.</b>)<br />β) «[[τρικυμία]] τῆς τύχης» — [[καταδρομή]] της τύχης (<b>Λουκιαν.</b>)<br />γ) «[[τρικυμία]] λόγου» — [[τερατώδης]] [[κομπορρημοσύνη]] (<b>Πλάτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[κῦμα]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ία</i> (<b>πρβλ.</b> <i>πεντα</i>-<i>κυμία</i>)].
|mltxt=η, ΝΜΑ, και τρικυμιά Ν<br />[[μεγάλη]] [[θαλασσοταραχή]], [[φουρτούνα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μτφ.</b><br /><b>1.</b> πνευματική, ψυχική [[ταραχή]] («σ' [[εκείνη]] την τρικυμιά, που μ' άνοιξε το [[μνήμα]]», <b>Σολωμ.</b>)<br /><b>2.</b> [[δυσμενής]] [[περίσταση]], [[ταλαιπωρία]] («πέρασε πολλές τρικυμίες στα [[γεροντάματα]]»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> πολύ μεγάλο [[κύμα]] ή το τρίτο [[κύμα]], που [[είναι]] [[συνήθως]] μεγαλύτερο και πιο επικίνδυνο από τα δύο προηγούμενα («ἑτέραν περιμεῑναι χἀτέρον τρικυμίαν», Μέν.)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[τρικυμία]] κακῶν» — η [[δίνη]] που επιφέρουν οι συμφορές (<b>Αισχύλ.</b>)<br />β) «[[τρικυμία]] τῆς τύχης» — [[καταδρομή]] της τύχης (<b>Λουκιαν.</b>)<br />γ) «[[τρικυμία]] λόγου» — [[τερατώδης]] [[κομπορρημοσύνη]] (<b>Πλάτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[κῦμα]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ία</i> (<b>πρβλ.</b> <i>πεντα</i>-<i>κυμία</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''τρῐκῡμία:''' ἡ ([[κῦμα]]), το τρίτο [[κύμα]], ως εκ [[τούτου]] πελώριο [[κύμα]] [[επειδή]] το τρίτο υπέθεταν πως ήταν το μεγαλύτερο (όπως στη Λατ. το [[fluctus]] decu­ma­[[nus]]), σε Πλάτ.· μεταφ., [[τρικυμία]] κακῶν, σε Αισχύλ.
}}
}}