χοινικίς: Difference between revisions

6
(46)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[σχοινικίς]], -[[ίδος]], ἡ, Α<br /><b>1.</b> ο [[μεταλλικός]] [[σωληνίσκος]] στο [[κέντρο]] της πλήμνης τροχού άμαξας, η [[χοινίκη]]<br /><b>2.</b> ο [[γύρος]] του στεφανιού («ὑπὸ τῶν στεφάνων ταῑς χοινικίσιν [[κάτωθεν]] γεγραμμένα», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>3.</b> [[είδος]] ποδοκάκκης<br /><b>4.</b> [[κοίλωμα]] ή [[θήκη]] για τη [[στρόφιγγα]] θύρας<br /><b>5.</b> (στους καταπέλτες) το [[τμήμα]] του άξονα στο οποίο περιελίσσονταν οι χορδές<br /><b>6.</b> [[είδος]] χειρουργικού εργαλείου («ἡ δὲ διὰ τῶν πριόνων τε καὶ χοινικίδων [[χειρουργία]] τοῑς νεωτέροις ώς μοχθηρὰ διαβέβληται», Παύλ. Αιγ.)<br /><b>7.</b> [[σπήλαιο]] σε βραχώδη [[ακτή]] («ῥαχιώδεις ἀκτάς, ἐχουσας καὶ κοιλάδας [[τινάς]] [[ὡσανεὶ]] βόθρους πετρίνους, οὕς καλοῡσι χοινικίδας», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>8.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>αἱ χοινικίδες</i><br />οι αρθρώσεις τών ποδιών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χοῖνιξ]], <i>χοίνικος</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ις</i><br />(<b>πρβλ.</b> <i>πινακ</i>-<i>ίς</i>)].
|mltxt=και [[σχοινικίς]], -[[ίδος]], ἡ, Α<br /><b>1.</b> ο [[μεταλλικός]] [[σωληνίσκος]] στο [[κέντρο]] της πλήμνης τροχού άμαξας, η [[χοινίκη]]<br /><b>2.</b> ο [[γύρος]] του στεφανιού («ὑπὸ τῶν στεφάνων ταῑς χοινικίσιν [[κάτωθεν]] γεγραμμένα», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>3.</b> [[είδος]] ποδοκάκκης<br /><b>4.</b> [[κοίλωμα]] ή [[θήκη]] για τη [[στρόφιγγα]] θύρας<br /><b>5.</b> (στους καταπέλτες) το [[τμήμα]] του άξονα στο οποίο περιελίσσονταν οι χορδές<br /><b>6.</b> [[είδος]] χειρουργικού εργαλείου («ἡ δὲ διὰ τῶν πριόνων τε καὶ χοινικίδων [[χειρουργία]] τοῑς νεωτέροις ώς μοχθηρὰ διαβέβληται», Παύλ. Αιγ.)<br /><b>7.</b> [[σπήλαιο]] σε βραχώδη [[ακτή]] («ῥαχιώδεις ἀκτάς, ἐχουσας καὶ κοιλάδας [[τινάς]] [[ὡσανεὶ]] βόθρους πετρίνους, οὕς καλοῡσι χοινικίδας», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>8.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>αἱ χοινικίδες</i><br />οι αρθρώσεις τών ποδιών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χοῖνιξ]], <i>χοίνικος</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ις</i><br />(<b>πρβλ.</b> <i>πινακ</i>-<i>ίς</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''χοινῐκίς:''' -[[ίδος]], ἡ ([[χοῖνιξ]])·<br /><b class="num">I.</b> ο [[κύκλος]] του στεφανιού, σε Δημ.
}}
}}