γυρός: Difference between revisions

368 bytes added ,  31 December 2018
1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''γῡρός:''' -ά, -όν, [[κυκλικός]], [[στρογγυλός]]· <i>γυρὸς ἐν ὤμοισι</i>, αυτός που έχει στρογγυλούς ώμους, [[κυφός]], σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''γῡρός:''' -ά, -όν, [[κυκλικός]], [[στρογγυλός]]· <i>γυρὸς ἐν ὤμοισι</i>, αυτός που έχει στρογγυλούς ώμους, [[κυφός]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''γῡρός:''' круглый, выпуклый ([[οἰκία]] χελιδόνος Anth.): γ. ἐν ὤμοισιν Hom. с круглыми плечами, т. е. сутулый или горбатый; γυρὴ [[κόνις]] Anth. (могильный) курган; γυρὸν [[κέρας]] Anth. круто изогнутый рог.
}}
}}