εἰκαστός: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εἰκαστός:''' -ή, -όν ([[εἰκάζω]]), αυτός που μπορεί να συγκριθεί, [[παρόμοιος]], σε Σοφ.<br /><b class="num">• [[εἰκαστός]]:</b> ὁ, ἡ, ([[εἴκοσι]]),<br /><b class="num">I.</b> [[εικοστός]], σε Ομήρ. Οδ.· Επικ. επίσης [[ἐεικοστός]], σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> [[εἰκοστή]], <i>ἡ</i>, ο [[φόρος]] του εικοστού, Λατ. [[vicesima]], που επιβάλλονταν από τους Αθηναίους για εισαγωγές και εξαγωγές από τους συμμάχους τους αντί άλλου φόρου, σε Θουκ.
|lsmtext='''εἰκαστός:''' -ή, -όν ([[εἰκάζω]]), αυτός που μπορεί να συγκριθεί, [[παρόμοιος]], σε Σοφ.<br /><b class="num">• [[εἰκαστός]]:</b> ὁ, ἡ, ([[εἴκοσι]]),<br /><b class="num">I.</b> [[εικοστός]], σε Ομήρ. Οδ.· Επικ. επίσης [[ἐεικοστός]], σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> [[εἰκοστή]], <i>ἡ</i>, ο [[φόρος]] του εικοστού, Λατ. [[vicesima]], που επιβάλλονταν από τους Αθηναίους για εισαγωγές και εξαγωγές από τους συμμάχους τους αντί άλλου φόρου, σε Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''εἰκαστός:''' похожий, подобный (μορφῇ εἰ. [[ὥστε]] τι Soph.).
}}
}}