δύσκαπνος: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δύσκαπνος:''' -ον, [[επιβλαβής]], [[δύσοσμος]] από τον καπνό, [[καπνώδης]], σε Αισχύλ.
|lsmtext='''δύσκαπνος:''' -ον, [[επιβλαβής]], [[δύσοσμος]] από τον καπνό, [[καπνώδης]], σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''δύσκαπνος:''' полный дыма, сильно закопченный (δώματα Aesch.).
}}
}}