νεωκορία: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''νεωκορία:''' Ιων. -ίη, ἡ, το [[αξίωμα]] του <i>νεωκόρου</i>, σε Ανθ.
|lsmtext='''νεωκορία:''' Ιων. -ίη, ἡ, το [[αξίωμα]] του <i>νεωκόρου</i>, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''νεωκορία:''' ион. νεωκορίη ἡ должность или труд неокора, т. е. охрана храма Plut.
}}
}}