θεουδής: Difference between revisions

2b
(4)
(2b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''θεουδής:''' ές, πιθ. = <i>θεοδεής</i> ([[θεός]], [[δέος]]), αυτός που φοβάται το θεό, σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''θεουδής:''' ές, πιθ. = <i>θεοδεής</i> ([[θεός]], [[δέος]]), αυτός που φοβάται το θεό, σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''θεουδής:''' богобоязненный, благочестивый, набожный ([[νόος]], [[θυμός]], [[βασιλεύς]] Hom.).
}}
}}