δυσκρασία: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δυσκρᾱσία:''' ἡ, κακή [[κράση]], [[κατάσταση]], [[ιδιοσυγκρασία]], Λατ. [[intemperies]], λέγεται για τον άνεμο, σε Πλούτ.
|lsmtext='''δυσκρᾱσία:''' ἡ, κακή [[κράση]], [[κατάσταση]], [[ιδιοσυγκρασία]], Λατ. [[intemperies]], λέγεται για τον άνεμο, σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''δυσκρᾰσία:''' ἡ дурное смешение, дискрасия: δ. σώματος или περὶ τὸ [[σῶμα]] Plut. плохое состояние здоровья; δ. θερμῶν Plut. повышенная температура (тела); δυσκρασίαι τοῦ περιέχοντος Plut. дурной климат, непогода.
}}
}}