μονόξυλος: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μονόξῠλος:''' -ον ([[ξύλον]]),·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που είναι φτιαγμένος από τον κορμό ενός μόνο δέντρου, σε Ξεν.<br /><b class="num">II.</b> ο κατασκευασμένος μόνο από [[ξύλο]], σε Πλάτ.
|lsmtext='''μονόξῠλος:''' -ον ([[ξύλον]]),·<br /><b class="num">I.</b> αυτός που είναι φτιαγμένος από τον κορμό ενός μόνο δέντρου, σε Ξεν.<br /><b class="num">II.</b> ο κατασκευασμένος μόνο από [[ξύλο]], σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''μονόξῠλος:''' <b class="num">1)</b> сделанный (выдолбленный) из одного куска дерева (πλοῖα Xen.; [[πύλη]] Luc.);<br /><b class="num">2)</b> сделанный только из дерева, сплошь деревянный Plat.
}}
}}