ἐείλεον: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 13: Line 13:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐείλεον:''' Επικ. αντί <i>εἵλεον</i>, παρατ. του [[εἴλω]].
|lsmtext='''ἐείλεον:''' Επικ. αντί <i>εἵλεον</i>, παρατ. του [[εἴλω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐείλεον:''' и [[εἴλεον]] эп. impf. к [[εἰλέω]] или [[εἱλέω]].
}}
}}