ἀναθεματίζω: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 33: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀναθεμᾰτίζω:''' μέλ. <i>-σω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[αφιερώνω]], <i>ἀναθέματι ἀν. ἑαυτούς</i>, συνδέθηκαν με [[κατάρα]], σε Καινή Διαθήκη<br /><b class="num">II.</b> αμτβ., [[καταριέμαι]], βλασφημώ, σε Ανθ.
|lsmtext='''ἀναθεμᾰτίζω:''' μέλ. <i>-σω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[αφιερώνω]], <i>ἀναθέματι ἀν. ἑαυτούς</i>, συνδέθηκαν με [[κατάρα]], σε Καινή Διαθήκη<br /><b class="num">II.</b> αμτβ., [[καταριέμαι]], βλασφημώ, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀναθεμᾰτίζω:''' клясться (ἀ. καὶ ὀμνύναι ὅτι … NT): ἀναθεματίσαι ἑαυτὸν μὴ ποιεῖν τι NT дать зарок воздерживаться от чего-л.
}}
}}