παραθήκη: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παραθήκη:''' ἡ, αυτό που εμπιστεύεται [[κάποιος]] σε κάποιον, [[απόθεμα]], σε Ηρόδ.· λέγεται για ανθρώπους, όμηρος, [[αιχμάλωτος]], στον ίδ.
|lsmtext='''παραθήκη:''' ἡ, αυτό που εμπιστεύεται [[κάποιος]] σε κάποιον, [[απόθεμα]], σε Ηρόδ.· λέγεται για ανθρώπους, όμηρος, [[αιχμάλωτος]], στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''παραθήκη:''' ἡ<b class="num">1)</b> приложение, добавление (λόγου Plut.);<br /><b class="num">2)</b> вручаемое на хранение, вклад: παραθήκην τινί τι τιθέναι Her. вверять кому-л. что-л.;<br /><b class="num">3)</b> залог, заложник(и) (τινὰ παραθήκην παρατιθέναι ἔς τινα Her.; παραθήκην φυλάξαι NT).
}}
}}