παράφρων: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παράφρων:''' -ον ([[φρήν]]), αυτός που εκτρέπεται από τη [[λογική]], νοητικά διαταραγμένος, [[τρελός]], σε Σοφ., Ευρ. κ.λπ.
|lsmtext='''παράφρων:''' -ον ([[φρήν]]), αυτός που εκτρέπεται από τη [[λογική]], νοητικά διαταραγμένος, [[τρελός]], σε Σοφ., Ευρ. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''παράφρων:''' 2, gen. ονος помешанный, безумный Soph., Eur., Plat., Plut.
}}
}}