βακχεία: Difference between revisions

1b
(7)
(1b)
Line 10: Line 10:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[βακχεία]], η (Α) [[Βάκχος]]<br /><b>1.</b> διονυσιακή [[μανία]], οργιαστική [[ευθυμία]], [[φρενίτιδα]]<br /><b>2.</b> <b>πληθ.</b> <i>βακχεῑαι</i>, <i>αι</i><br />διονυσιακά όργια<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «τῆς φιλοσόφου μανίας καὶ βακχείας» — της τρέλας και του ενθουσιασμού για τη [[φιλοσοφία]].
|mltxt=[[βακχεία]], η (Α) [[Βάκχος]]<br /><b>1.</b> διονυσιακή [[μανία]], οργιαστική [[ευθυμία]], [[φρενίτιδα]]<br /><b>2.</b> <b>πληθ.</b> <i>βακχεῑαι</i>, <i>αι</i><br />διονυσιακά όργια<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «τῆς φιλοσόφου μανίας καὶ βακχείας» — της τρέλας και του ενθουσιασμού για τη [[φιλοσοφία]].
}}
{{elru
|elrutext='''βακχεία:''' ἡ<b class="num">1)</b> тж. pl. празднество в честь Вакха Aesch., Eur., Plut.;<br /><b class="num">2)</b> вакхическое исступление, неистовство Plat., Plut.;<br /><b class="num">3)</b> ликование Aesch.
}}
}}