ἁλιφθόρος: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἁλιφθόρος:''' -ον (ἅλς, [[φθείρω]]), αυτός που καταστρέφει στη [[θάλασσα]]· ως ουσ., [[πειρατής]], σε Ανθ.
|lsmtext='''ἁλιφθόρος:''' -ον (ἅλς, [[φθείρω]]), αυτός που καταστρέφει στη [[θάλασσα]]· ως ουσ., [[πειρατής]], σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἁλιφθόρος:''' ὁ морской душегуб, пират (ληϊσταὶ καὶ ἁλιφθόροι Anth.).
}}
}}