ἔφηβος: Difference between revisions

1,165 bytes added ,  31 December 2018
2b
(4)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἔφηβος:''' Δωρ. ἔφ-ᾱβος, ὁ,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που φθάνει στην [[εφηβεία]] ([[ἥβη]]), [[νέος]] [[δεκαοκτώ]] χρόνων, [[ηλικία]] στην οποία οι Αθηναίοι νέοι υποβάλλονταν στη <i>δοκιμασίαν</i> και θεωρούνταν [[πλέον]] ως καταγεγραμμένοι πολίτες στο ληξιαρχικό γραμματείο του δήμου, σε Ξεν. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> [[ρίξιμο]] ζαριών, σε Ανθ.
|lsmtext='''ἔφηβος:''' Δωρ. ἔφ-ᾱβος, ὁ,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που φθάνει στην [[εφηβεία]] ([[ἥβη]]), [[νέος]] [[δεκαοκτώ]] χρόνων, [[ηλικία]] στην οποία οι Αθηναίοι νέοι υποβάλλονταν στη <i>δοκιμασίαν</i> και θεωρούνταν [[πλέον]] ως καταγεγραμμένοι πολίτες στο ληξιαρχικό γραμματείο του δήμου, σε Ξεν. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> [[ρίξιμο]] ζαριών, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἔφηβος:''' дор. ἔφᾱβος ὁ<br /><b class="num">1)</b> эфеб, юноша, достигший возмужалости, подросток (с 16, в Афинах с 18 лет, между [[παῖς]] и [[νέος]]; достигнув этого возраста, он подвергался докимасии (см. [[δοκιμασία]]), записывался как совершеннолетний и полноправный гражданин в [[ληξιαρχικόν]] своего дема и привлекался к [[περίπολος]], т. е. к военной службе в пограничных отрядах, отбывая ее до 20-летнего возраста) Arst., Plut.: εἰς τοὺς ἐφήβους εἰσέρχεσθαι Xen. вступить в число эфебов; εἰς ἐφήβους ἐγγράφεσθαι Plat. быть записанным в число эфебов; ἐξ ἐφήβων γίγνεσθαι Luc. выйти из юношеского возраста;<br /><b class="num">2)</b> «эфеб» (бросок в игре в кости) Anth.
}}
}}