πολυπλάνητος: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πολυπλάνητος:''' [ᾰ], -ον,<br /><b class="num">I.</b> = [[πολυπλανής]], σε Ηρόδ., Ευρ.· <i>πολυπλάνητοι πόνοι</i>, οι κόποι της περιπλανήσεως, σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για τα χτυπήματα που δίνονται προς [[πάσα]] [[κατεύθυνση]], σε Αισχύλ.
|lsmtext='''πολυπλάνητος:''' [ᾰ], -ον,<br /><b class="num">I.</b> = [[πολυπλανής]], σε Ηρόδ., Ευρ.· <i>πολυπλάνητοι πόνοι</i>, οι κόποι της περιπλανήσεως, σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για τα χτυπήματα που δίνονται προς [[πάσα]] [[κατεύθυνση]], σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''πολυπλάνητος:''' ион. [[πουλυπλάνητος]] 2 (ᾰ)<br /><b class="num">1)</b> долго странствовавший (τὸ Ἑλληνικὸν [[ἔθνος]] Her.): πολυπλάνητοι πόνοι Eur. мучительные скитания;<br /><b class="num">2)</b> подверженный постоянным изменениям, полный превратностей ([[αἰών]] Eur.);<br /><b class="num">3)</b> направляемый то туда, то сюда: πολυπλάνητα τὰ χερὸς ὀρέγματα Aesch. часто сыплющиеся удары.
}}
}}