ἀνείσοδος: Difference between revisions

1
(3)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀνείσοδος:''' -ον, αυτός που δεν έχει είσοδο ή [[πρόσβαση]], σε Πλούτ.
|lsmtext='''ἀνείσοδος:''' -ον, αυτός που δεν έχει είσοδο ή [[πρόσβαση]], σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνείσοδος:''' неприступный, недоступный ([[πόλις]], [[αὐλή]] Plut.).
}}
}}