3,274,175
edits
(3) |
(1b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἄπροικος:''' -ον ([[προίξ]]), αυτός που δεν έχει [[μερίδιο]] σε [[κάτι]] ή σε [[προίκα]]· <i>ἄπροικον τὴν ἀδελφὴν διδόναι</i>, [[παντρεύω]] την [[αδελφή]] μου [[χωρίς]] να την έχω προικίσει, σε Ισαίο. | |lsmtext='''ἄπροικος:''' -ον ([[προίξ]]), αυτός που δεν έχει [[μερίδιο]] σε [[κάτι]] ή σε [[προίκα]]· <i>ἄπροικον τὴν ἀδελφὴν διδόναι</i>, [[παντρεύω]] την [[αδελφή]] μου [[χωρίς]] να την έχω προικίσει, σε Ισαίο. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἄπροικος:''' без приданого Lys., Isae., Dem. | |||
}} | }} |