3,277,066
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τυμβοῦχος:''' -ον ([[ἔχω]]), αυτός που κατοικεί μέσα σε τάφο, [[νεκρικός]], σε Ανθ. | |lsmtext='''τυμβοῦχος:''' -ον ([[ἔχω]]), αυτός που κατοικεί μέσα σε τάφο, [[νεκρικός]], σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τυμβοῦχος:''' могильный ([[Κήρ]] Anth.). | |||
}} | }} |