ᾅδης: Difference between revisions

1,595 bytes added ,  31 December 2018
1
(2)
(1)
Line 10: Line 10:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ᾅδης:''' ή [[Ἅιδης]], -ου, ὁ, στον Όμηρ. επίσης Ἀΐδης, <i>-αο</i> και <i>-εω</i>· Δωρ. Ἀΐδας, <i>-α</i>· υπάρχει επίσης και γεν. [[Ἄϊδος]], δοτ. [[Ἄϊδι]] (όπως αν προερχόταν από το [[Ἄϊς]])· (από [[α- στερητικό]], [[ἰδεῖν]])·<br /><b class="num">I.</b> Άδης ή Πλούτωνας (πρβλ. [[Πλούτων]]), ο [[θεός]] του Κάτω Κόσμου, ο [[γιος]] του Κρόνου και της Ρέας, [[αδελφός]] του [[Δία]]· [[Ζεὺς]] καὶ [[ἐγώ]], [[τρίτατος]] δ' Ἀΐδης, σε Ομήρ. Ιλ.· ονομάζεται και [[Ζεὺς]] [[καταχθόνιος]], στο ίδ.· [[εἰν]] ή <i>εἰς Ἀΐδαο</i> (ενν. <i>δόμοις</i>, <i>δόμους</i>), στον Κάτω Κόσμο, σε Όμηρ.· [[εἰν]] [[Ἄϊδος]], σε Ομήρ. Ιλ.· <i>ἐν Ἅιδου</i>, <i>ἐς Ἅιδου</i> (ενν. <i>οἴκῳ</i>, <i>οἶκον</i>), σε Αττ.· επίσης [[Ἄϊδόσδε]], επίρρ., στον Κάτω Κόσμο, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II. 1.</b> ως προσηγορικό, ο Άδης, ο Κάτω Κόσμος· [[εἰσόκεν]] [[Ἄϊδι]] κεύθωμαι, στο ίδ.· <i>ἐπὶ τὸν ᾅδην</i>, σε Λουκ.· <i>εἰς ἀΐδην</i>, σε Ανθ.· <i>ἐν τῷ ᾅδῃ</i>, σε Καινή Διαθήκη<br /><b class="num">2.</b> [[τάφος]], [[θάνατος]]· [[ᾅδης]] [[πόντιος]], [[θάνατος]] στη [[θάλασσα]], σε Αισχύλ. κ.λπ. (<i>ᾰῐδης</i>, σε Όμηρ., Αττ. <i>ᾷδης</i>· [[αλλά]] σε Τραγ. επίσης <i>ᾱῐδας</i>· γεν. <i>ᾰῐδεω</i> ως [[ανάπαιστος]] στον Όμηρ.· γεν. <i>ᾰῐδᾱο</i>, στον ίδ.· γεν. <i>ᾱῐδος</i> [[πριν]] από [[φωνήεν]], σε Ομήρ. Ιλ.).
|lsmtext='''ᾅδης:''' ή [[Ἅιδης]], -ου, ὁ, στον Όμηρ. επίσης Ἀΐδης, <i>-αο</i> και <i>-εω</i>· Δωρ. Ἀΐδας, <i>-α</i>· υπάρχει επίσης και γεν. [[Ἄϊδος]], δοτ. [[Ἄϊδι]] (όπως αν προερχόταν από το [[Ἄϊς]])· (από [[α- στερητικό]], [[ἰδεῖν]])·<br /><b class="num">I.</b> Άδης ή Πλούτωνας (πρβλ. [[Πλούτων]]), ο [[θεός]] του Κάτω Κόσμου, ο [[γιος]] του Κρόνου και της Ρέας, [[αδελφός]] του [[Δία]]· [[Ζεὺς]] καὶ [[ἐγώ]], [[τρίτατος]] δ' Ἀΐδης, σε Ομήρ. Ιλ.· ονομάζεται και [[Ζεὺς]] [[καταχθόνιος]], στο ίδ.· [[εἰν]] ή <i>εἰς Ἀΐδαο</i> (ενν. <i>δόμοις</i>, <i>δόμους</i>), στον Κάτω Κόσμο, σε Όμηρ.· [[εἰν]] [[Ἄϊδος]], σε Ομήρ. Ιλ.· <i>ἐν Ἅιδου</i>, <i>ἐς Ἅιδου</i> (ενν. <i>οἴκῳ</i>, <i>οἶκον</i>), σε Αττ.· επίσης [[Ἄϊδόσδε]], επίρρ., στον Κάτω Κόσμο, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II. 1.</b> ως προσηγορικό, ο Άδης, ο Κάτω Κόσμος· [[εἰσόκεν]] [[Ἄϊδι]] κεύθωμαι, στο ίδ.· <i>ἐπὶ τὸν ᾅδην</i>, σε Λουκ.· <i>εἰς ἀΐδην</i>, σε Ανθ.· <i>ἐν τῷ ᾅδῃ</i>, σε Καινή Διαθήκη<br /><b class="num">2.</b> [[τάφος]], [[θάνατος]]· [[ᾅδης]] [[πόντιος]], [[θάνατος]] στη [[θάλασσα]], σε Αισχύλ. κ.λπ. (<i>ᾰῐδης</i>, σε Όμηρ., Αττ. <i>ᾷδης</i>· [[αλλά]] σε Τραγ. επίσης <i>ᾱῐδας</i>· γεν. <i>ᾰῐδεω</i> ως [[ανάπαιστος]] στον Όμηρ.· γεν. <i>ᾰῐδᾱο</i>, στον ίδ.· γεν. <i>ᾱῐδος</i> [[πριν]] από [[φωνήεν]], σε Ομήρ. Ιλ.).
}}
{{elru
|elrutext='''ᾅδης:''' или [[Ἃιδης]], ου, эп. [[Ἀΐδης]], αο или εω (gen. тж. [[Ἄϊδος]]) и [[Ἀϊδωνεύς]], ῆος, дор. [[Ἀΐδας]], α (ᾰῐ и ᾱῐ) ὁ<br /><b class="num">1)</b> Гадес, Аид (сын Кроноса и Реи, брат Зевса и Посидона, властитель подземного царства); его эпитеты у Hom.: [[καταχθόνιος]] «подземный», ἀναξ ἐνέρων и ἐνέροισιν ἀνάσσων «властелин обитателей подземного царства», [[πελώριος]] «чудовищный», [[στυγερός]] «страшный», [[πυλάρτης]] «хранитель (подземных) врат», κρατερὁς и [[ἴφθιμος]] «могущественный», [[κλυτόπωλος]] «обладатель замечательных коней», [[κυανοχαίτης]] «темногривый»; [[εἰν]] Ἀΐδαο и [[εἰν]] [[Ἄϊδος]] Hom. или ἐν Ἃιδου (sc. δόμοις) Soph. в царстве Аида;<br /><b class="num">2)</b> царство Аида, подземное царство Hom., Pind., Luc.;<br /><b class="num">3)</b> ад NT;<br /><b class="num">4)</b> кончина, смерть Pind.: [[ᾅδης]] [[πόντιος]] Aesch. смерть в море; ταχὺς [[ᾅδης]] Eur. скорая смерть;<br /><b class="num">5)</b> могила Pind.: τειχίζειν ᾅδην Anth. устраивать могилу.
}}
}}