μακρόπτερος: Difference between revisions

3
(23)
(3)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[μακρόπτερος]], -ον)<br />αυτός που έχει μακριές πτέρυγες ή [[μακριά]] πτερύγια.
|mltxt=-η, -ο (Α [[μακρόπτερος]], -ον)<br />αυτός που έχει μακριές πτέρυγες ή [[μακριά]] πτερύγια.
}}
{{elru
|elrutext='''μακρόπτερος:''' длиннокрылый ([[ὄρνις]] Arst.).
}}
}}