στεφανηπλόκος: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''στεφᾰνηπλόκος:''' -ον ([[πλέκω]]), αυτός που πλέκει καλάθια, καλαθοπλέκτης, σε Πλούτ.
|lsmtext='''στεφᾰνηπλόκος:''' -ον ([[πλέκω]]), αυτός που πλέκει καλάθια, καλαθοπλέκτης, σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''στεφᾰνηπλόκος:''' сплетающий венки Plut.
}}
}}