κοιλωπός: Difference between revisions

nl
(5)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κοιλωπός:''' -όν (ὤψ), [[βαθουλωτός]] στην όψη· [[κούφιος]], [[κοίλος]], σε Ευρ.
|lsmtext='''κοιλωπός:''' -όν (ὤψ), [[βαθουλωτός]] στην όψη· [[κούφιος]], [[κοίλος]], σε Ευρ.
}}
{{elnl
|elnltext=κοιλωπός -όν [κοῖλος, ὤψ] hol:. κοιλωπὸς ἀγμός holle rots Eur. IT 263.
}}
}}