συνθεωρέω: Difference between revisions

nl
(6)
(nl)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συνθεωρέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[μετέχω]] ως <i>θεωρὸς</i> σε, θρησκευτική [[αποστολή]], [[πορεύομαι]] μαζί πηγαίνοντας σε [[γιορτή]] ή [[πανηγύρι]], σε Λυσ.· <i>τινί</i>, με κάποιον, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''συνθεωρέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[μετέχω]] ως <i>θεωρὸς</i> σε, θρησκευτική [[αποστολή]], [[πορεύομαι]] μαζί πηγαίνοντας σε [[γιορτή]] ή [[πανηγύρι]], σε Λυσ.· <i>τινί</i>, με κάποιον, σε Αριστοφ.
}}
{{elnl
|elnltext=συν-θεωρέω, Att. ook ξυνθεωρέω mede- theôros zijn, met dat. met iem.. ἀκόντων ὑμῶν Ἐλευσῖνάδε ξυνθεωρεῖν dat (ik) tegen jullie wil als theôros mee was naar Eleusis [Lys.] 8.5.
}}
}}