κρεάγρα: Difference between revisions

nl
(5)
(nl)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κρεάγρα:''' ἡ ([[κρέας]], [[ἀγρέω]]), [[λαβίδα]] για το [[κρέας]] ώστε να μπορεί [[κάποιος]] να το πιάνει μέσα από τη [[χύτρα]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''κρεάγρα:''' ἡ ([[κρέας]], [[ἀγρέω]]), [[λαβίδα]] για το [[κρέας]] ώστε να μπορεί [[κάποιος]] να το πιάνει μέσα από τη [[χύτρα]], σε Αριστοφ.
}}
{{elnl
|elnltext=κρεάγρα -ας, ἡ [κρέας, ἀγρέω] vleeshaak; haak, vork.
}}
}}