προσεμβαίνω: Difference between revisions

nl
(6)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προσεμβαίνω:''' [[πατώ]] πάνω σε κάποιον, [[καταπατώ]], <i>τινί</i>, σε Σοφ.
|lsmtext='''προσεμβαίνω:''' [[πατώ]] πάνω σε κάποιον, [[καταπατώ]], <i>τινί</i>, σε Σοφ.
}}
{{elnl
|elnltext=προσ-εμβαίνω ook nog vertrappen, met dat.
}}
}}