παιδαριώδης: Difference between revisions

nl
(5)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παιδᾰριώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), [[παιδιάστικος]], [[παιδαριώδης]], σε Πλάτ.
|lsmtext='''παιδᾰριώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), [[παιδιάστικος]], [[παιδαριώδης]], σε Πλάτ.
}}
{{elnl
|elnltext=παιδαριώδης -ες [παιδάριον] kinderachtig.
}}
}}