3,274,447
edits
(6) |
(nl) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''περιχώομαι:''' γʹ ενικ. Επικ. αορ. αʹ <i>περιχώσαντο</i>, Μέσ.· είμαι εξαιρετικά οργισμένος με, με γεν., σε Ομήρ. Ιλ. | |lsmtext='''περιχώομαι:''' γʹ ενικ. Επικ. αορ. αʹ <i>περιχώσαντο</i>, Μέσ.· είμαι εξαιρετικά οργισμένος με, με γεν., σε Ομήρ. Ιλ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=περιχώομαι [περιχέω] ep. aor. 3 sing. περιχώσατο, heel boos zijn. | |||
}} | }} |