πολυάνθρωπος: Difference between revisions

nl
(6)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πολυάνθρωπος:''' -ον, <b class="num">I.</b> [[γεμάτος]] με ανθρώπους, πυκνοκατοικημένος, σε Θουκ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> [[πολυσύχναστος]] από ανθρώπους, [[πολυπληθής]], σε Λουκ.<br /><b class="num">III.</b> [[πολυάριθμος]], σε Πολύβ.
|lsmtext='''πολυάνθρωπος:''' -ον, <b class="num">I.</b> [[γεμάτος]] με ανθρώπους, πυκνοκατοικημένος, σε Θουκ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> [[πολυσύχναστος]] από ανθρώπους, [[πολυπληθής]], σε Λουκ.<br /><b class="num">III.</b> [[πολυάριθμος]], σε Πολύβ.
}}
{{elnl
|elnltext=πολυάνθρωπος -ον [πολύς, ἄνθρωπος] dichtbevolkt; druk bezocht.
}}
}}