παρακελευστός: Difference between revisions

nl
(5)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παρακελευστός:''' -ή, -όν, συγκεντρωμένος, συναθροισμένος, λέγεται για συνωστισμένο και πολυπληθές [[ακροατήριο]], σε Θουκ.
|lsmtext='''παρακελευστός:''' -ή, -όν, συγκεντρωμένος, συναθροισμένος, λέγεται για συνωστισμένο και πολυπληθές [[ακροατήριο]], σε Θουκ.
}}
{{elnl
|elnltext=παρακελευστός -ή -όν [παρακελεύω] aangespoord, opgeroepen:. ὁρῶν ἐνθάδε τῷ αὐτῷ ἀνδρὶ παρακελευστοὺς καθημένους nu ik hen hier als aanhangers van dezelfde man zie zitten Thuc. 6.13.1.
}}
}}