γνωμικός: Difference between revisions

1b
(8)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (AM [[γνωμικός]], -ή, -όν) [[γνώμη]]<br /><b>1.</b> αυτός που χρησιμοποιεί «γνώμες» ή γνωμικά, αποφθέγματα («γνωμική [[ποίηση]]», «γνωμικοί ποιητές» — οι διδακτικοί ποιητές)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το γνωμικό</i> (AM γνωμικόν)<br />ηθικό [[απόφθεγμα]] με γενική ή ευρύτερη ισχύ, το οποίο στηρίζεται σε μακρά ανθρώπινη [[πείρα]].
|mltxt=-ή, -ό (AM [[γνωμικός]], -ή, -όν) [[γνώμη]]<br /><b>1.</b> αυτός που χρησιμοποιεί «γνώμες» ή γνωμικά, αποφθέγματα («γνωμική [[ποίηση]]», «γνωμικοί ποιητές» — οι διδακτικοί ποιητές)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το γνωμικό</i> (AM γνωμικόν)<br />ηθικό [[απόφθεγμα]] με γενική ή ευρύτερη ισχύ, το οποίο στηρίζεται σε μακρά ανθρώπινη [[πείρα]].
}}
{{elru
|elrutext='''γνωμικός:''' гномический, назидательный: ποιηταὶ γνωμικοί гномические поэты (общее название авторов назидательных изречений - Солона, Фокилида, Феогнида и др.).
}}
}}