κλινοπετής: Difference between revisions

nl
(5)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κλῑνοπετής:''' -ές ([[πίπτω]]), [[κατάκοιτος]], [[κλινήρης]], σε Ξεν.
|lsmtext='''κλῑνοπετής:''' -ές ([[πίπτω]]), [[κατάκοιτος]], [[κλινήρης]], σε Ξεν.
}}
{{elnl
|elnltext=κλινοπετής -ές [κλίνω, πίπτω] bedlegerig.
}}
}}