στρηνιάω: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''στρηνιάω:''' μέλ. <i>-άσω</i>, είμαι [[άσωτος]], [[ακόλαστος]], σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''στρηνιάω:''' μέλ. <i>-άσω</i>, είμαι [[άσωτος]], [[ακόλαστος]], σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''στρηνιάω:''' быть высокомерным (πορνεύειν καὶ σ. NT).
}}
}}