πέταυρον: Difference between revisions

3b
(6)
(3b)
Line 10: Line 10:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πέταυρον:''' ή [[πέτευρον]], τό, [[ξύλο]] οπου κουρνιάζουν τα πουλιά το [[βράδυ]], σε Θεόκρ. (αμφίβ. προέλ.).
|lsmtext='''πέταυρον:''' ή [[πέτευρον]], τό, [[ξύλο]] οπου κουρνιάζουν τα πουλιά το [[βράδυ]], σε Θεόκρ. (αμφίβ. προέλ.).
}}
{{elru
|elrutext='''πέταυρον:''' и [[πέτευρον]] τό<br /><b class="num">1)</b> насест Arph., Theocr.;<br /><b class="num">2)</b> помост, подмостки Polyb.
}}
}}