3,277,055
edits
(5) |
(3) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''μαιευτικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην [[τέχνη]] της μαίας, στη [[μαιευτική]], σε Πλάτ.· ἡ μαιευτικὴ [[τέχνη]] ή <i>ἡ -κή</i> ([[χωρίς]] το [[τέχνη]]), η [[μαιευτική]] [[τέχνη]], όνομα που έδινε ο [[Σωκράτης]] στην [[τέχνη]] του για να αποσπά απο τους άλλους όσα υπήρχαν στο [[μυαλό]] τους, στον ίδ. | |lsmtext='''μαιευτικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην [[τέχνη]] της μαίας, στη [[μαιευτική]], σε Πλάτ.· ἡ μαιευτικὴ [[τέχνη]] ή <i>ἡ -κή</i> ([[χωρίς]] το [[τέχνη]]), η [[μαιευτική]] [[τέχνη]], όνομα που έδινε ο [[Σωκράτης]] στην [[τέχνη]] του για να αποσπά απο τους άλλους όσα υπήρχαν στο [[μυαλό]] τους, στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''μαιευτικός:''' досл. родовспомогательный, перен. мэевтический Plat., Diog. L. | |||
}} | }} |