κρησφύγετον: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κρησφύγετον:''' [ῠ], τό (φῠγεῖν), [[μέρος]] διαφυγής, [[τόπος]] αναχώρησης, [[καταφύγιο]], [[άσυλο]], σε Ηρόδ.· (το πρώτο [[μέρος]] της λέξης, το <i>κρησ-</i>, είναι αμφίβολης προέλευσης).
|lsmtext='''κρησφύγετον:''' [ῠ], τό (φῠγεῖν), [[μέρος]] διαφυγής, [[τόπος]] αναχώρησης, [[καταφύγιο]], [[άσυλο]], σε Ηρόδ.· (το πρώτο [[μέρος]] της λέξης, το <i>κρησ-</i>, είναι αμφίβολης προέλευσης).
}}
{{elru
|elrutext='''κρησφύγετον:''' (ῠ) τό место убежища, убежище Her., Luc.
}}
}}