κοινολογία: Difference between revisions

nl
(21)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (AM [[κοινολογία]]) [[κοινολογώ]]<br />[[διάδοση]] στο κοινό, [[κοινολόγηση]], [[κοινοποίηση]]<br /><b>μσν.</b><br />([[κατά]] τον <b>Φώτ.</b>) [[κοινή]] [[διάλεκτος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κοινή]] [[σύσκεψη]], [[συμβούλιο]], [[κυρίως]] ιατρικό («ἑτέρους [ἰατροὺς] εἰσάγειν [[ἕνεκα]] τοῡ ἐκ κοινολογίης ἱστορήσαι τὰ περὶ τὸν νοσὲοντα», Ιπποκρ.)<br /><b>2.</b> [[φιλοσοφικός]] [[διάλογος]]<br /><b>3.</b> [[συζήτηση]], [[συνομιλία]] («ὅλην τὴν κοινολογίαν ἀγερώχως... αὐτῶν διήκουε», <b>Πολ.</b>)<br /><b>4.</b> (στη [[μαγεία]]) η [[χρήση]] τών [[κοινών]], [[δηλαδή]] τών λέξεων που έμπαιναν στα ξόρκια, ανάλογα με την [[περίσταση]], στις τυπικές τους φράσεις.
|mltxt=η (AM [[κοινολογία]]) [[κοινολογώ]]<br />[[διάδοση]] στο κοινό, [[κοινολόγηση]], [[κοινοποίηση]]<br /><b>μσν.</b><br />([[κατά]] τον <b>Φώτ.</b>) [[κοινή]] [[διάλεκτος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κοινή]] [[σύσκεψη]], [[συμβούλιο]], [[κυρίως]] ιατρικό («ἑτέρους [ἰατροὺς] εἰσάγειν [[ἕνεκα]] τοῡ ἐκ κοινολογίης ἱστορήσαι τὰ περὶ τὸν νοσὲοντα», Ιπποκρ.)<br /><b>2.</b> [[φιλοσοφικός]] [[διάλογος]]<br /><b>3.</b> [[συζήτηση]], [[συνομιλία]] («ὅλην τὴν κοινολογίαν ἀγερώχως... αὐτῶν διήκουε», <b>Πολ.</b>)<br /><b>4.</b> (στη [[μαγεία]]) η [[χρήση]] τών [[κοινών]], [[δηλαδή]] τών λέξεων που έμπαιναν στα ξόρκια, ανάλογα με την [[περίσταση]], στις τυπικές τους φράσεις.
}}
{{elnl
|elnltext=κοινολογία -ας, ἡ [κοινολογέω] overleg, discussie. geneesk. consult.
}}
}}