ταλασίφρων: Difference between revisions

4b
(6)
(4b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τᾰλᾰσίφρων:''' -ονος, ὁ, ἡ (*[[τλάω]], [[φρήν]]), [[καρτερικός]], [[καρτερόψυχος]], [[υπομονετικός]], σε Ομήρ. Ιλ.· επίθ. του Οδυσσέα, σε Όμηρ.
|lsmtext='''τᾰλᾰσίφρων:''' -ονος, ὁ, ἡ (*[[τλάω]], [[φρήν]]), [[καρτερικός]], [[καρτερόψυχος]], [[υπομονετικός]], σε Ομήρ. Ιλ.· επίθ. του Οδυσσέα, σε Όμηρ.
}}
{{elru
|elrutext='''τᾰλᾰσίφρων:''' 2, gen. ονος крепкий духом, терпеливый, выносливый, стойкий ([[Ὀδυσσεύς]] Hom., Hes.; δμῶες Theocr.).
}}
}}