ἀξιοκοινώνητος: Difference between revisions

1
(3)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀξιοκοινώνητος:''' -ον ([[κοινωνέω]]), [[άξιος]] της παρέας κάποιου, σε Πλάτ.
|lsmtext='''ἀξιοκοινώνητος:''' -ον ([[κοινωνέω]]), [[άξιος]] της παρέας κάποιου, σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀξιοκοινώνητος:''' <b class="num">1)</b> достойный общения (διάκονοι Plat.);<br /><b class="num">2)</b> достойный участвовать (τοῦ ξυλλόγου Plat.).
}}
}}