διεξίημι: Difference between revisions

1b
(4)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''διεξίημι:''' αόρ. αʹ <i>-εξῆκα</i>·<br /><b class="num">I.</b> [[επιτρέπω]] τη [[διέλευση]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">II.</b> αμτβ. (ενν. <i>αὑτόν</i>), λέγεται για ένα [[ποτάμι]], [[εκβάλλω]], σε Θουκ.
|lsmtext='''διεξίημι:''' αόρ. αʹ <i>-εξῆκα</i>·<br /><b class="num">I.</b> [[επιτρέπω]] τη [[διέλευση]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">II.</b> αμτβ. (ενν. <i>αὑτόν</i>), λέγεται για ένα [[ποτάμι]], [[εκβάλλω]], σε Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''διεξίημι:''' (aor. διεξῆκα)<br /><b class="num">1)</b> позволять пройти, пропускать (τινὰ διὰ τοῦ ἄστεος Her.);<br /><b class="num">2)</b> (о реке) впадать (ἐς θάλασσαν Thuc.).
}}
}}