αἰζηός: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''αἰζηός:''' εκτεταμ. [[τύπος]] [[αἰζήϊος]], <i>ὁ</i>, [[δυνατός]], [[ρωμαλέος]], [[εύρωστος]], [[σφριγηλός]], γερός, [[σθεναρός]], σε Όμηρ. (αμφίβ. προέλ.).
|lsmtext='''αἰζηός:''' εκτεταμ. [[τύπος]] [[αἰζήϊος]], <i>ὁ</i>, [[δυνατός]], [[ρωμαλέος]], [[εύρωστος]], [[σφριγηλός]], γερός, [[σθεναρός]], σε Όμηρ. (αμφίβ. προέλ.).
}}
{{elru
|elrutext='''αἰζηός:''' <b class="num">I</b> и [[αἰζήϊος]], ου adj. m полный сил, крепкий, бодрый ([[ἀνήρ]], κύνες Hom.).<br /><b class="num">II</b> ὁ силач, удалец, молодец Hom., Hes.
}}
}}