ἀλήμων: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀλήμων:''' [ᾰ], -ονος, ὁ, ἡ, ([[ἀλάομαι]]), περιπλανώμενος, [[ταξιδευτής]], [[πλάνης]], σε Ομήρ. Οδ., Ανθ.
|lsmtext='''ἀλήμων:''' [ᾰ], -ονος, ὁ, ἡ, ([[ἀλάομαι]]), περιπλανώμενος, [[ταξιδευτής]], [[πλάνης]], σε Ομήρ. Οδ., Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀλήμων:''' ονος (ᾰ) ὁ странник, скиталец, бродяга (πτωχοὶ καὶ ἀλήμονες [[ἄνδρες]] Hom.).
}}
}}