ἀμφιλαχαίνω: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀμφιλαχαίνω:''' μόνο στον παρατ., [[σκάβω]] [[ολόγυρα]], με αιτ., σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''ἀμφιλαχαίνω:''' μόνο στον παρατ., [[σκάβω]] [[ολόγυρα]], με αιτ., σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀμφιλᾰχαίνω:''' окапывать ([[φυτόν]] Hom.).
}}
}}