ἀμεθύστινος: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀμεθύστινος:''' -η, -ον, αυτός που προέρχεται από αμέθυστο, σε Λουκ.
|lsmtext='''ἀμεθύστινος:''' -η, -ον, αυτός που προέρχεται από αμέθυστο, σε Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀμεθύστινος:''' аметистовый (βωμοί Luc.).
}}
}}