ἀναλικμάω: Difference between revisions

1
(6_1)
(1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀναλικμάω''': [[ἀποχωρίζω]] τὰ ἄχυρα ἐκ τοῦ σίτου διὰ λικμήσεως, «λιχνίζω», Πλάτ. Τίμ. 52E.
|lstext='''ἀναλικμάω''': [[ἀποχωρίζω]] τὰ ἄχυρα ἐκ τοῦ σίτου διὰ λικμήσεως, «λιχνίζω», Πλάτ. Τίμ. 52E.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀναλικμάω:''' v. l. ἀναλικνάω провеивать (сквозь сито) Plat.
}}
}}