ἀνδρεία: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀνδρεία:''' Ιων. -ηίη, ἡ (το [[ἀνδρία]] είναι αμφίβ. [[τύπος]]), [[γενναιότητα]], ανδροσύνη, ανδρικό [[φρόνημα]] και [[ήθος]], Λατ. [[virtus]], σε Τραγ. κ.λπ.
|lsmtext='''ἀνδρεία:''' Ιων. -ηίη, ἡ (το [[ἀνδρία]] είναι αμφίβ. [[τύπος]]), [[γενναιότητα]], ανδροσύνη, ανδρικό [[φρόνημα]] και [[ήθος]], Λατ. [[virtus]], σε Τραγ. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνδρεία:''' <b class="num">I</b> v. l. [[ἀνδρία]], ион. [[ἀνδρηΐη]] ἡ<br /><b class="num">1)</b> мужество, отвага, доблесть Trag., Her., Thuc., Xen., Plat., Arst.;<br /><b class="num">2)</b> подвиг, доблестный поступок Plat.<br /><b class="num">II</b> f к [[ἀνδρεῖος]].
}}
}}