ἀνισόπλευρος: Difference between revisions

1
(4)
(1)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνισόπλευρος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για επίπεδα ή [[στερεά]] σχήματα) αυτός που έχει άνισες πλευρές<br /><b>αρχ.</b><br />το σκαληνό [[τρίγωνο]].
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀνισόπλευρος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για επίπεδα ή [[στερεά]] σχήματα) αυτός που έχει άνισες πλευρές<br /><b>αρχ.</b><br />το σκαληνό [[τρίγωνο]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνισόπλευρος:''' неравнобедренный Plat.
}}
}}