ἀποστατικός: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀποστᾰτικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αρμόζει σε εξεγερμένους, σε Πλούτ.· επίρρ., [[ἀποστατικῶς]] ἔχειν, είμαι [[έτοιμος]] να εξεγερθώ, στον ίδ.
|lsmtext='''ἀποστᾰτικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αρμόζει σε εξεγερμένους, σε Πλούτ.· επίρρ., [[ἀποστατικῶς]] ἔχειν, είμαι [[έτοιμος]] να εξεγερθώ, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀποστᾰτικός:''' мятежный, бунтарский ([[θράσος]] Plut.).
}}
}}